Перевод: с греческого на все языки

со всех языков на греческий

στέφανον εὐκλείας

См. также в других словарях:

  • εύκλεια — Αρχαιοελληνική θεότητα που λατρευόταν κυρίως στην Αθήνα. Είχε κοινό ναό με την Ευνομία, χτισμένο με τα λάφυρα της μάχης του Μαραθώνα. Βωμοί και αγάλματά της υπήρχαν στη Βοιωτία, στη Λοκρίδα, στην Κόρινθο, στους Δελφούς κ.α. Στον βωμό της θυσίαζαν …   Dictionary of Greek

  • στέφανος — I Όνομα αγίων της Αν. Ορθόδοξης Εκκλησίας. 1. Ο πρώτος και πιο γνωστός από τους επτά διακόνους, που είχαν εκλεχτεί για να υπηρετούν τις Αγάπες της πρώτης Εκκλησίας, στην Ιερουσαλήμ. Διακρινόταν για τη μεγάλη του χριστιανική δράση, αλλά… …   Dictionary of Greek

Поделиться ссылкой на выделенное

Прямая ссылка:
Нажмите правой клавишей мыши и выберите «Копировать ссылку»